Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Δέν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι πού διερωτῶνται, γιατί ὑποφέρουν οἱ δίκαιοι καί ἐνάρετοι; Ἀφοῦ ὅλα στή ζωή τά ρυθμίζει ὁ Θεός, γιατί ἐπιτρέπει τά δυσάρεστα στούς ἀνθρώπους, πού τηροῦν τίς ἐντολές του καί ἔχουν πνευματικό ἀγώνα; Ποῦ εἶναι ἡ πρόνοιά του, γιατί ἐπιτρέπει νά ἀφαιρεῖται ἀπό τή ζωή τῶν δικῶν του ἀνθρώπων ἡ χαρά καί ἡ μακαριότητα;
Στά ἐρωτήματα αὐτά οἱ Γέροντες ἔδιναν διάφορες ἀπαντήσεις, προσπαθώντας νά δείξουν τή μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους. Εἶναι ἐνδιαφέρον νά σημειώσω ἐπιγραμματικά μερικές.
Ὁ πόνος καί οἱ θλίψεις, ὅταν ἀντιμετωπίζονται μέ πίστη καί ὑπομονή ἔχουν θετικά ἀποτελέσματα στήν πνευματική ζωή. Ὁ Γέροντας Ἐπιφάνιος ἔλεγε ὅτι καθαρίζουν καί τά ελάχιστα ἴχνη τῶν παθῶν μας καί μᾶς ἑτοιμάζουν μεγαλύτερο στεφάνι στόν οὐρανό. Μᾶς καθιστοῦν καθαρούς, μᾶς φέρνουν πιό κοντά στό Θεό καί νιώθουμε τήν ἀδυναμία μας. Αὐτό ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά αὐξάνεται ἡ προσευχή μας. Δέν πρέπει δέ καθόλου νά γογγύζουμε, ἀντίθετα πρέπει νά θυμόμαστε ὅτι ὁ Κύριός μας πέθανε πάνω στό σταυρό. Ἄν ἐκεῖνος πού ἦταν ἀναμάρτητος ὑπέφερε τόσα πολλά, τί νά ποῦμε γιά τόν ἑαυτό μας πού εἶναι βυθισμένος στήν ἁμαρτία;
Ὀ Γέροντας Παΐσιος ἔλεγε ὅτι τά χτυπήματα εἶναι ἀπαραίτητα γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, γιατί αὐτά λαμπικάρουν τήν ψυχή. Χρησιμοποιοῦσε καί δύο παραδείγματα: «Ὅσο χτυπάει κανείς τά ροῦχα καί τά τρίβει, τόσο καλύτερα καθαρίζουν. Ὅπως καί τό χταπόδι καί ἡ σουπιά μέ τό πολύ χτύπημα μαλακώνουν καλύτερα καί καθαρίζουν οἱ μελάνες».
Γιά τόν πνευματικό σκοπό τῶν θλίψεων, ὁ Γέροντας τῆς Καλαμάτας Ἰωήλ ἔλεγε: «Ἡ δοκιμασία διά τῶν θλίψεων, τίς ὁποῖες ἐπιτρέπει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, ἔχει ὡς σκοπό τόν καταρτισμό τῶν δικαίων ἐπί τῆς γῆς καί τήν ἀμοιβή τους στήν ἄλλη ζωή. Καί στήν παροῦσα ζωή εἶναι ὁλοφάνερος ὁ καταρτισμός τοῦ ἀνθρώπου διά τῶν θλίψεων. Εἶναι ἀδύνατο νά καταρτιστεῖ ὁ ἄνθρωπος χωρίς θλίψη. Ἡ θλίψη εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία ταπεινώνει τόν ἄνθρωπο, τόν ἀποσπᾶ ἀπό τά ἐγκόσμια, φανερώνει τόν χαρακτήρα του, καθαρίζει τίς ἰδέες του καί τοῦ δίνει μεγαλεῖο ἐφ᾽ ὅσον τήν ὑπομένει. Ὅταν ὁ δίκαιος ἀσθενήσει, πετάει εὐκολότερα στόν οὐρανό, ὅταν συκοφαντηθεῖ ἀποσπᾶται εὐκολότερα ἀπό τούς ἀνθρώπους καί ζητάει τόν λυτρωτή του Χριστό, ὅταν ἔλθει σέ οἰκονομική ἀνάγκη γίνεται ταπεινότερος καί προσεύχεται θερμότερα στό Θεό.
Ὁ ἄνθρωπος μοιάζει μέ ὄμορφο μάρμαρο, τό ὁποῖο γιά νά γίνει ἄγαλμα, ἔχει ἀνάγκη ἀπό τή σμίλη τοῦ γλύπτη, δηλαδή ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπό τή σμίλη τῶν θλίψεων τοῦ Θεοῦ». Κατά τήν περίοδο τῶν θλίψεων οἱ ἄνθρωποι ξεχνοῦν ὅτι ὁ Θεός ποτέ δέν ἐπιτρέπει νά ἀντιμετωπίσουν κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις τους. Δέν θέλει νά τούς συντρίψει. Ἐπιτρέπει νά δοκιμαστοῦν, γιά νά τούς ἀναδείξει.
Ὁ Γέροντας Εὐσέβιος γιά τό θέμα αὐτό ἔλεγε: «Πρέπει νά γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος ὅτι ὁ Θεός δέν ἐπιτρέπει μεγαλύτερες θλίψεις ἀπό ὅ,τι μπορεῖ νά ὑποφέρει καί αὐτό θά τοῦ δίνει μεγάλο θάρρος. Ἡ γνώση αὐτή τόν καθιστᾶ ἀνδρεῖο, καρτερικό καί μεγαλόψυχο, διότι ἐμβάλλει στήν ψυχή του τήν πεποίθηση ὅτι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ἀπό ἀγάπη ἐπιτρέπει τίς θλίψεις, ἐξάπαντος θά τόν βοηθήσει, γιά νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό αὐτές, ἀποκομίζοντας μεγάλη ὠφέλεια». Καί συμπλήρωνε: «Σέ ἐκείνους πού θέλουν νά εὐαρεστήσουν τό Θεό τά πάντα, καί οἱ πειρασμοί καί οἱ θλίψεις καί οἱ στεναχώριες καί οἱ ἀσθένειες καί ἡ φτώχεια, συντελοῦν στόν ἀνακαινισμό καί τήν τελειοποίησή τους».
Oρθόδοξος Τύπος, 25/10/2013