Γέρων Γερμανός Σταυροβουνιώτης |
Ἡ πρὸς τὸν Χριστὸν ἀγάπη
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
ΓΙΑ ΝΑ ἀγαπήσουμε τόν Χριστό χρειάζεται μία ἀναγκαία προϋπόθεση, τήν ὁποία δυστυχῶς οἱ περισσότεροι χριστιανοί ἀγνοοῦν καί γι᾿ αὐτό εἶναι μακριά του. Ὁ Γέροντας Γερμανός ὁ Σταυροβουνιώτης ἔλεγε ὅτι «πρέπει πρῶτα νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὅλα τά γήϊνα εἶναι πρόσκαιρα καί μάταια καί σέ κανένα ἀπό αὐτά νά μή προσκολληθοῦμε». Μέ ἄλλα λόγια ἡ καρδιά μας πρέπει νά εἶναι ἀνοιγμένη πρός τόν Κύριο, πού σημαίνει θερμή προσευχή καί συνεπής τήρηση τῶν ἐντολῶν του. Ὁ ἄνθρωπος δέν πρέπει νά ἀπορροφᾶται ἀπό τά βιοτικά καί νά μή ἀπομακρύνεται ἀπό τό ἕνα καί σωτηριῶδες πού εἶναι ἡ ὁλόθερμη καί ὁλοκληρωτική ἀγάπη πρός τόν Χριστό.
Ἐκεῖνος πού ἀγαπάει τό Χριστό, προφανῶς πρέπει νά ἔχει ἀγάπη καί πρός τόν πλησίον. Αὐτό τό πετυχαίνει κανείς, ὅταν στή ζωή του περιφρονήσει τρία πράγματα: τό χρῆμα, τίς ἡδονές καί τήν ἀνθρώπινη δόξα. Ὁ φιλοχρήματος καί πλεονέκτης ὄχι μόνο δέν ἀγαπᾶ τόν πλησίον του, ἀλλά τόν ἐκμεταλλεύεται μέ τρόπο σκληρό καί ἄγριο. Δέν συγκινεῖται εὔκολα καί δέν συμπάσχει. Ὁ νοῦς του εἶναι στραμμένος στόν πλοῦτο καί μόνο σ᾿ αὐτόν. Δέν ἔχει ἄλλα ἐνδιαφέροντα πέρα ἀπό τόν ἑαυτό του.
Ὁ φιλήδονος ἐπίσης βλέπει τόν πλησίον του ὡς ἀντικείμενο ἡδονῆς. Ἔγνοια του μοναδική ἡ ἡδονή. Εἶναι ὁ χαμερπής ἄνθρωπος πού ἡ θέλησή του εἶναι ἁμαρτωλή καί ὁ νοῦς του δέν μπορεῖ νά ξεφύγει ἀπό τό πάθος. Ἀλλά καί ὁ φιλόδοξος δέν μπορεῖ νά ἀγαπήσει τόν πλησίον του. Τόν θέλει βέβαια κοντά του, γιά νά τόν ἐκμεταλλεύεται καί νά τόν κάνει ἀπερίσκεπτο χειροκροτητή καί ὅταν διαπιστώνει ὅτι δέν τόν χρειάζεται ἄλλο, τόν περιφρονεῖ καί τόν ἀπομακρύνει.
Ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό καί πρός τόν πλησίον εἶναι ἕνα διαρκές ἄθλημα, στό ὁποῖο πρέπει νά ἐπιδίδονται ὅλοι οἱ χριστιανοί κάτω ἀπό τίς προϋποθέσεις πού προαναφέραμε. Χωρίς αὐτές ἡ ἀγάπη παραμένει εὐχάριστη θεωρία, ἡ ὁποία σέ τίποτα δέν ὠφελεῖ. Χρειάζεται λοιπόν πνευματικός ἀγώνας καί ἀμεριμνία γιά τά περιττά καί μάταια τῆς παρούσης ζωῆς. Ἄλλος τρόπος δέν ὑπάρχει. Ὅσοι νομίζουν ὅτι μποροῦν νά ἀγαπήσουν τό Χριστό χωρίς νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τό κοσμικό φρόνημα, πλανῶνται. Ὅταν ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά τους εἶναι στραμμένα στά τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός ἀπουσιάζει. Ὅταν τά θρησκευτικά καθήκοντα μπαίνουν στό περιθώριο, ὅταν οἱ ἠθικοί φραγμοί δέν ἰσχύουν καί ἡ μετάνοια εἶναι ἄγνωστη, εἶναι σχεδόν ἀδιανόητο νά μιλᾶμε γιά τήν ἀγάπη πρός τό Χριστό καί κατ’ ἐπέκταση γιά τήν πνευματική ζωή. Αὐτό πρέπει νά τό συνειδητοποιήσουν ὅλοι οἱ χριστιανοί, κληρικοί καί λαϊκοί.
Ορθόδοξος Τύπος, 11/7/2014