Τοῦ
πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ χριστιανοί δέν αἰσθάνονται
τήν ἀνάγκη
νά προσευχηθοῦν. Τούς ἀπορροφοῦν
οἱ βιοτικές μέριμνες καί ὁ ἐλεύθερος χρόνος, ὅταν ὑπάρχει, δέν ἀφιερώνεται
στό Θεό. Τά πράγματα ἀλλάζουν, ὅταν ἀντιμετωπίζουν
προβλήματα, τά ὁποῖα δέν μποροῦν
νά λύσουν μόνοι τους. Τότε θυμοῦνται τό
Θεό καί προσπαθοῦν νά πετύχουν τή λύση τους μέσῳ
τῆς προσευχῆς. Μέ φόβο καί ἀγωνία
καταφεύγουν στό Θεό, χωρίς ὡστόσο νά
εἶναι προετοιμασμένοι πνευματικά.
Ἡ
ἀποτελεσματικότητα τῆς προσευχῆς
δέν εἶναι
πάντα δεδομένη. Τίς περισσότερες φορές
οἱ ἄνθρωποι
προσεύχονται πιεζόμενοι καί κυριευμένοι ἀπό
ἄγχος. Πίεση ἀπό τά δύσκολα
προβλήματα καί ἄγχος ἀπό τήν ἔκβασή
τους. Ἐπίσης δέν ἔχουν καί τίς
ἀναγκαῖες
προϋποθέσεις, γιά νά εὐοδωθεῖ ἡ
προσευχή τους, τήν ὁποία βλέπουν ὡς
μαγικό τρόπο, γιά νά πετύχουν ἐκεῖνο πού
μέ ἀνθρωπίνους
τρόπους δέν μπόρεσαν νά πετύχουν.
Ὅλα
αὐτά δείχνουν ὅτι ἀγνοοῦν τί
χρειάζεται, γιά νά εἶναι
ἡ προσευχή τους εὐπρόσδεκτη ἀπό
τό Θεό.
Ὁ
Χριστός ἀπευθυνόμενος στούς μαθητές του εἶπε: «Ὅταν στέκεστε νά προσευχηθεῖτε,
νά συγχωρεῖτε ἐάν ἔχετε κάτι ἐναντίον
ὁποιουδήποτε, ὥστε καί ὁ οὐράνιος
Πατέρας σας νά συγχωρήσει τά παραπτώματά σας»(Μαρκ. ια΄ 25). Προϋπόθεση,
λοιπόν, ἡ συγχώρηση τῶν ἀδελφῶν. Ἡ
προσευχόμενη ψυχή πρέπει νά εἶναι ἐλεύθερη
καί νά
μή ἔχει τίποτα ἐναντίον κάποιου. Ἡ
προσευχή γίνεται μάταιη, ὅταν ἡ ψυχή εἶναι
αἰχμαλωτισμένη ἀπό τό πάθος τοῦ μίσους καί
τῆς μνησικακίας.
Ἡ
προσευχή συμβαδίζει μέ τήν πίστη. Ἡ
δεύτερη κάνει τήν πρώτη ἐντυπωσιακά ἀποτελεσματική.
Τή διαβεβαίωση αὐτή εἶχε δώσει ὁ Χριστός στούς
μαθητές του, ὅταν μία φορά πηγαίνοντας
στά Ἱεροσόλυμα
εἶδε στό
δρόμο μία συκιά καί τήν
πλησίασε νά φάει ἀπό τούς
καρπούς της, ἀλλά βρῆκε μόνο φύλλα, γι᾿ αὐτό καί τῆς
εἶπε: «Ποτέ πιά νά μή ξαναβγάλεις καρπό!» Καί ἀμέσως
ἡ συκιά ξεράθηκε. Οἱ μαθητές
ἀπόρησαν καί ρώτησαν πῶς ξεράθηκε ἡ συκιά.
Καί ὁ
Χριστός τούς ἀπάντησε: «Σᾶς
διαβεβαιώνω, ἄν ἔχετε πίστη χωρίς ἀμφιβολία, ὄχι
μόνο θά κάνετε τό θαῦμα μέ τή
συκιά, ἀλλά κι ἄν πεῖτε σ᾿ αὐτό
τό βουνό, “σήκω καί πέσε στή
θάλασσα”, θά γίνει. Κι ὅλα ὅσα
ζητήσετε στήν προσευχή μέ πίστη, θά
τά λάβετε» (Ματθ. κα΄ 19-22).
Ἰδιαίτερη
προσοχή χρειάζεται στά αἰτήματα τῆς
προσευχῆς. Πρέπει νά ζητᾶμε
ἀπό τό
Θεό αὐτά πού θά μᾶς ὠφελήσουν
πνευματικά καί ὄχι αὐτά πού θά
μᾶς ὁδηγήσουν
στήν κοσμική καί ἁμαρτωλή ζωή. Ὁ ἅγιος
Ἰάκωβος διευκρινίζει ὅτι τά
δεύτερα δέν
ἱκανοποιοῦνται,
γιατί δέν ἔχουν καλό σκοπό. «Ζητᾶτε
κάτι καί δέν τό παίρνετε, γιατί τό
ζητᾶτε μέ
κακό σκοπό, γιά νά τό
κατασπαταλήσετε, δηλαδή, στήν ἱκανοποίηση τῶν
παθῶν σας» (Ἰακ. δ΄ 3).
Ἀλλά
καί κάτι ἀκόμα
πολύ σημαντικό, τό ὁποῖο
ἀγνοοῦν
οἱ περισσότεροι χριστιανοί ἤ δέν
τό προσέχουν
ὅσο πρέπει. Τό ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος
Ἰωάννης: «Ὅταν ἡ καρδιά παύει νά μᾶς
κατηγορεῖ, ἀποχτοῦμε θάρρος ἐνώπιον τοῦ
Θεοῦ, καί
μᾶς δίνει ὅ,τι τοῦ ζητᾶμε, γιατί ἐκτελοῦμε τίς
ἐντολές του καί κάνουμε ὅ,τι τοῦ εἶναι
ἀρεστό» (Α΄, Ἰωάν. γ΄ 21-22).
Μέ
τήν προσευχή ὁ ἄνθρωπος διατηρεῖ τό
σύνδεσμό του μέ τό Θεό καί
τροφοδοτεῖ τήν πνευματικότητά του. Χωρίς
τήν προσευχή κινδυνεύει, ὅπως κινδυνεύει τό ψάρι ἔξω ἀπό
τό νερό. Ὁ
ἱερός Χρυσόστομος λέει ὅτι ἡ
προσευχή γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ὅτι
τό νερό γιά τό ψάρι. Αὐτή
τόν διατηρεῖ στήν πνευματική ζωή. Ἐπίσης μέ
αὐτή ἀνοίγει
ὅλες τίς
πόρτες τοῦ Θεοῦ καί κλείνει ὅλες τίς
πόρτες τοῦ σατανᾶ. Μακάριοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι
πού προσεύχονται μέ ταπείνωση καί μέ μεγάλη
ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί
θά εἰσέλθουν
στή βασιλεία τῶν
οὐρανῶν.
Ορθόδοξος Τύπος, 5/9/2014